Το νέο στοιχείο, δηλαδή η απόφαση της κυβέρνησης να «χτίζεται» το αφορολόγητο των 12.000 ευρώ με αποδείξεις οι οποίες θα πρέπει να φθάνουν το 20% του συνολικού δηλωθέντος εισοδήματος, δημιουργεί πρόβλημα κυρίως στα χαμηλά εισοδήματα, τα οποία ίσως να μην μπορούν να φθάσουν το ποσό που απαιτείται για να εξασφαλίσουν το αφορολόγητο, και δευτερευόντως στα υψηλά, όπου το ποσό των αποδείξεων που πρέπει να συγκεντρώσουν οι συγκεκριμένοι φορολογούμενοι σε ορισμένες περιπτώσεις είναι απαγορευτικό.
Το πρόσθετο κίνητρο της έκπτωσης για επιπλέον συγκέντρωση αποδείξεων, δηλαδή πέραν του ποσού που απαιτείται για τη διαμόρφωση του αφορολογήτου, δεν δείχνει αρκετό για να σταματήσει το παζάρι μεταξύ εμπόρων- ελεύθερων επαγγελματιών και καταναλωτών για μη έκδοση απόδειξης και παροχή πρόσθετης έκπτωσης. Ισως το υπουργείο Οικονομικών πρέπει να επανεξετάσει το ποσοστό έκπτωσης από τον φόρο του 8% των επιπλέον αποδείξεων αν επιθυμεί πραγματικά να περιοριστεί η φοροδιαφυγή.
Σε ό,τι αφορά την προοδευτικότητα της νέας φορολογικής κλίμακας, και μόνο το γεγονός ότι από τις 26.000 ευρώ ως τις 60.000 ευρώ ο φορολογικός συντελεστής αναμένεται να είναι ο ίδιος εκ των πραγμάτων «διαγράφει» τον συγκεκριμένο χαρακτηρισμό που έχει περιληφθεί σε όλες τις δηλώσεις του Πρωθυπουργού και του υπουργού Οικονομικών. Δεν νοείται προοδευτικότητα όταν σε σχέση με την ισχύουσα κλίμακα τα μόνα που έχουν αλλάξει είναι η προσθήκη ενός χαμηλού κλιμακίου και η μείωση του ορίου όπου εφαρμόζεται ο συντελεστής 35%.
Από το Βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου